Πολλές φορές θέλω να πω κάτι ή να διηγηθώ κάποια ιστοριούλα, μα
έλα που με πιάνει ο φόβος μήπως έχω κι εγώ αυτό το γεροντίστικο
σύνδρομο, που ο γέρος θυμάται τα παλιά και, χωρίς να το καταλαβαίνει,
λέει και ξανάλεει και επαναλαμβάνει τις ίδιες ιστορίες που και αυτές
είναι γέρικες σαν τον ίδιο που τις διηγείται.
Είναι τώρα αρκετός
καιρός που επισκέφθηκα τον τόπο που γεννήθηκα, το μεγαλοχώρι και
αρχοντοχώρι της Καστοριάς, Νεστόριο, που το χαϊδεύουν και το δροσίζουν
τα κρυστάλλινα νερά του ποταμού Αλιάκμονα, από τις ψηλές κορφές και
ραχούλες του φημισμένου γερο-Γράμμου. Ναι, από αυτά τα νερά δροσίζεται
και παρηγορείται το Νεστόριο.
Τα νερά αυτά είναι δένδρα γερασμένα και σημαδεμένα, βαμμένα με αίμα
ηρώων που υπερασπίστηκαν την πατρίδα Ελλάδα. Αυτά μάς κεντρίζουν την
μνήμη, αυτά μάς θυμίζουν τα φοβερά γεγονότα και ο τόπος μέχρι και σήμερα
δεν μπορεί να συνέλθει απ’ αυτόν τον άδικο αδελφοκτόνο πόλεμο γεύτηκα
που και εγώ.
Τρέχοντας τα νερά προς τον Θερμαϊκό στο Νεστόριο είναι που έχουν
εναποθέσει μηνύματα, ότι ο τόπος έχει ερημώσει από ανθρώπους και μόνο
κάπου-κάπου βλέπεις τα γεωργικά τους εργαλεία. Ναι, αυτή είναι η αλήθεια
κι ας είναι πικρή. Και το Νεστόριο, το μεγαλοχώρι, το αρχοντοχώρι, έχει
ερημώσει για τα καλά.
Το γέρικο σύνδρομο με έχει πιάσει για τα καλά και πιάστηκα να θυμάμαι
τα παλιά. Γιατί; Γιατί αυτά είναι που έχουν χαλάσει τον τόπο και δεν
μπορώ να καταλάβω γιατί η Πολιτεία αδρανεί και δεν προχωρεί.
Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΠΡΟΣ ΤΟ ΝΕΣΤΟΡΙΟ
Το Νεστόριο είναι, όπως είπα, μεγαλοχώρι, 28 χιλιόμετρα από την πόλη
της Καστοριάς και μόλις λίγα χιλιόμετρα από τους πρόποδες του ιστορικού
Γράμμου. Ταξιδεύοντας από την Καστοριά προς το Νεστόριο, ο δρόμος είναι
πολύ πιο σύντομος και πολύ πιο σύγχρονος από ό,τι ήταν στα χρόνια του
1940-1950 και μέχρι και μέχρι τα τέλη του 1970.
Στη διαδρομή, βγαίνοντας από την Καστοριά, προς τα δυτικά, και
ακολουθώντας την οδό Γράμμου, διασχίζεις παρακλάδι της Εγνατίας Οδού και
αμέσως συναντάς το χωριό Κολοκυνθού, έχοντας στα αριστερά τα χωριά
Ποριά και Χιλιόδενδρο και, παράλληλα, τον ποταμό Αλιάκμονα. Περνάς μέσα
από την Κολοκυνθού και όχι πολύ μακριά από το, μεγάλο τώρα, χωριό
Μεσοποταμία. Ο Αλιάκμονας αριστερά, στην απέναντι όχθη η Πεντάβρυσος, με
τις πολλές αμυγδαλιές και τα πολλά αρχαία ευρήματα. Περνάμε μέσα από το
Καλοχώρι αμέσως στα 3 χλμ., και δεξιά στο ένα χιλιόμετρο, στην πλαγιά, η
Πτελέα και στην άλλη πλευρά – και όχι πολύ μακριά από τις όχθες του
ποταμού – βρίσκεται η Ομορφοκκλησιά, με την ξακουστή της εκκλησιά του
Άη-Γεώργη. Στα δεξιά και στο ένα χιλιόμετρο περίπου. Στα 100 μέτρα
αριστερά, η Αγία Άννα, που δίπλα της περνά ένας χείμαρρος (λάκκος) και
όπου περνώντας την γέφυρα της Αγίας Άννας (έτσι είναι γνωστή η γέφυρα)
υπάρχει το εξωκλήσι του Άγιου Νικολάου που πολλές φορές σταματούσαμε ν’
ανάψουμε το καντηλάκι, και να κάνουμε τον σταυρό μας.
ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΚΑΙ ΑΛΗΘΙΝΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ
Το 1947 ως μαθητής στην Καστοριά, ήμουν μακριά από την οικογένειά
μου. Τα σχολεία είναι στις Χριστουγεννιάτικες διακοπές, ήθελα να τα
περάσω με την οικογένεια και τους φίλους του χωριού. Η κατάσταση στην
περιοχή της Καστοριάς και, προπάντων, η διαδρομή για το Νεστόριο ήταν
κρίσιμη και επικίνδυνη. Μόλις είχε αρχίσει οργανωμένα να εμφανίζεται ο
ΕΛΑΣ και όποιον έπαιρνε ο Χάρος, από αμφότερες τις πλευρές.
Η μετακίνηση προς το Νεστόριο ήταν δύσκολη, αλλά και πολύ επικίνδυνη.
Αν και δύσκολη η κατάσταση, πληροφορήθηκα ότι στρατιωτική φάλαγγα με
10-15 τζέιμς και δύο ιδιωτικά φορτηγά που είχαν ειδική άδεια να
ακολουθήσουν την στρατιωτική πομπή, θα έφευγε σε λίγη ώρα για το
Νεστόριο. Δεν ξέρω πώς σάλταρα και βρέθηκα μέσα σ ένα από τα τζέιμς
ανάμεσα σε στρατιώτες, δεν θυμάμαι ίσως και οι στρατιώτες να απορούσαν
πώς εγώ βρέθηκα μαζί τους. Μάς πήρε γύρω στις δύο ώρες να φθάσουμε μόλις
ένα χιλιόμετρο πριν την γέφυρα της Αγίας Άννας.
Εκεί έπρεπε να ακολουθήσουμε παρακαμπτήριο γιατί ο δρόμος είχε
ανατιναχθεί σε ορισμένα μέρη και λόγω του χειμώνα τα πάντα ήταν λασπώδη
και ο παρακαμπτήριος πολύ γλιστερός. Από την άλλη μεριά, το κάθε όχημα
έπρεπε να τραβηχτεί με ρεμούλκα που ήταν και χρονοβόρο μέσα στο
τσουχτερό κρύο και το λασπώδες έδαφος. Ανήσυχος, το πήρα με τα πόδια,
ανάμεσα στους στρατιώτες που προσπαθούσαν να βοηθήσουν στο πέρασμα των
τζέιμς. Πέρασα τη γέφυρα Αγίας Άννας και πλησίαζα το εξωκλήσι, που ήταν
πέτρινο και μόλις θα μπορούσαν να βολευτούν μέσα γύρω στα τρία με
τέσσερα άτομα. Είδα πέντε-έξι στρατιώτες και μία γνωστή φωνή να με καλεί
«Κοσμά, Κοσμά τρέξε, τρέξε γρήγορα, γρήγορα..» Ήταν ο Κύρος Παλιομπέης
(αν δεν απατώμαι ήταν ο πρόεδρος του χωριού). Εκεί ήταν και ο Πασχάλης
Παπαρίζος, και οι δύο συνόδευαν τα φορτηγά με τα εμπορεύματά τους.
Εγώ δεν γνώριζα πόσο επικίνδυνο ήταν και τι θα μπορούσε να συμβεί
μέσα σε δευτερόλεπτα. Και όπως και έγινε. Ευτυχώς, μόλις πρόλαβα και
καλύφτηκα πίσω από το πέτρινο εξωκλήσι, και ακούστηκε από την απέναντι
όχθη του ποταμού ένα μπρ… μπρ… μπρρρρρρ και οι σφαίρες να περνούν πάνω
από τα κεφάλια και δίπλα μας. Τα στρατιωτικά αυτοκίνητα είχαν ήδη
αρχίσει να περνούν με ιλιγγιώδη ταχύτητα, γιατί κάθε όχημα που περνούσε
και μια ριπή πολυβόλου θα έριχναν οι απέναντι από το ποτάμι. Χαμός
κυρίου γινόταν…
Όλοι μας προσπαθούσαμε ν’ αναρριχηθούμε σε όποιο
όχημα που έτρεχε για να ξεφύγουμε απ’ την κόλαση. Ένα από τα τζέιμς
χαμήλωσε ταχύτητα, σκαρφάλωσα στην πίσω πόρτα και τότε άκουσα την φωνή
«Κοσμά ξάπλωσε, χαμηλά το κεφάλι»… Ήταν πάλι ο Κύρος. Οι προσευχές
πηγαινοέρχονταν «Παναγίτσα μου», «Χριστούλη μου»… Αυτό συνεχίστηκε για
ένα χιλιόμετρο που ήταν και το επικίνδυνο σημείο. Θεός να τους
συγχωρέσει εκεί που είναι ο Κύρος και ο Σπύρος. Είχαμε ξεφύγει τον
κίνδυνο.
Ο δρόμος μετά το εξωκλήσι περίπου για ένα περίπου χιλιόμετρο μετά
είναι ευθύς και πλησιάζει τις όχθες του ποταμού και λίγο πιο πέρα
παρουσιάζεται σαν από το πουθενά σαν κάδρο ζωγραφιάς το χωριό. Αριστερά
το ποτάμι χαϊδεύει τα πρώτα σπίτια και δεξιά το ωραίο επιβλητικό φυσικό
Κάστρο το οποίο κρύβει ιστορία και γεγονότα αλλά αρνείται να τα
ομολογήσει. Το Νεστόριο είναι πολύ ωραίο χωριό.
Στα παιδικά μου χρόνια στο χωριό βούιζε ο τόπος από παιδικές
χαρούμενες φωνές. Υπήρχαν δύο δημοτικά σχολεία, το κάτω και το πάνω. Και
τώρα ούτε πάνω ούτε κάτω, έχουν γίνει ένα, αν υπάρχει και αυτό. Είχε,
επίσης δύο νηπιαγωγεία, οικοκυρική σχολή, για λίγο διάστημα και Αστική
σχολή. Οι μαθητές ήταν 600 και στεγάζονταν σε ένα ιδιόρρυθμο κτήριο που
είχαν κτίσει οι ξακουστοί μάστορες του Νεστορίου, ένα ωραίο οκτατάξιο
σχολείο με προσφορές των κατοίκων του Νεστορίου και τη βοήθεια των
Νεστοριτών του εξωτερικού. Δυστυχώς, στον πόλεμο του 1940 είχε
μετατραπεί σε νοσοκομείο βομβαρδίστηκε και καταστράφηκε από τους
Ιταλούς. Δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Αν και σχολεία έγιναν εκκλησίες,
καφενεία και σπίτια, και οι δάσκαλοι, οι πατεράδες και όλα τα νεαρά
παιδιά ήσαν στην πρώτη γραμμή, και πάλι χαρούμενες φωνές αντηχούσαν. Οι
μάνες με τα ζώα και οι ίδιες εφοδίαζαν το στρατό μας πυρομαχικά και
τρόφιμα στα βουνά της Πίνδου… Άξιες πατριώτισσες.
Δεν άργησε να υποκύψει ο εθνικός στρατός μετά την γερμανική εισβολή.
Ακολούθησε η Κατοχή. Το αρχοντοχώρι μας άρχισε να καίγεται ολόκληρο από
τους ιταλοβουλγαρογερμανούς και από τότε άρχισε ο πληθυσμός να μειώνεται
αισθητά. Μικροί και μεγάλοι όλοι στον αγώνα, να διώξουν τον εχθρό.
Σκόρπισε ο πληθυσμός. Αλυσίδα το κακό το ένα μετά το άλλο. Έρχεται
αλληλοσπαραγμός, ο αδελφός έχει στήσει καραούλι να σκοτώσει ποιον,
μπορεί και τον αδελφό. Ο κόσμος του χωριού είχε ήδη αρχίσει να σκορπά
στο εσωτερικό, ενώ πολλοί έφυγαν προς τις νέες χώρες.
Το Νεστόριο
επιβίωσε και το 1979 ο τότε υπουργός Β. Ελλάδας, Νικ. Μάρτης, εγκαινίασε
το Γυμνάσιο Νεστορίου Δημιουργήθηκε Λύκειο, αλλά το 1993 κλείνει και ο
αριθμός των μαθητών μαθητές του γυμνασίου πήρε την κατιούσα.
Το 2004 που επισκέφθηκα το μεγαλοχώρι μας και κατά την διάρκεια της
σχολικής παρόδου, μού έκανε εντύπωση που δεν είδα ούτε έναν μαθητή
γυμνασίου ή δημοτικού σχολείου. Τι έγιναν όλοι; Πού πήγαν οι χαρούμενες
παιδικές χαρές;
Οι Νεστορίτες και τότε, αλλά και τα μετέπειτα
χρόνια, ήταν μεν σε θέση απομόνωσης από τα πνευματικά κέντρα, αλλά η
πλειονότητά τους εξασκούσαν το επάγγελμα του οικοδόμου και χτίστη, ήταν
πολύ γνωστοί για την τέχνη τους. Το επάγγελμα του οικοδόμου ήταν πάντα
όχι μόνο δύσκολο, αλλά θα έπρεπε να ξενιτεύεται κάποιος και να είναι
μακριά από την οικογένειά του για πολλούς μήνες. Όσο για γι’ αυτούς που
ακολούθησαν τις επιστήμες δεν ήταν λίγοι (σήμερα πλεονάζουν).
Όλα αυτά, με τις νέες γενιές και τα baby boοmers του ‘50 και του ’60,
άλλαξαν γιατί οι ίδιοι οι γονείς παρότρυναν και βοηθούσαν τα παιδιά
τους να μορφωθούν. Επόμενο ήταν, λοιπόν, ότι θα έκαναν κάποιο άλλο
επάγγελμα και εδώ πλέον είναι που αρχίζει ο αριθμός του πληθυσμός του
χωριού να παίρνει την μεγάλη κατιούσα. Ο αριθμός των πτυχιούχων ήταν
μεγάλος. Όσοι τελείωναν την μέση εκπαίδευση και έπαιρναν πτυχίο επόμενο
ήταν, για να επιβιώσουν, να αναγκάζονται να εγκαταλείψουν και την εστία
τους. Μήπως και όλοι οι άλλοι δεν έκαναν το ίδιο; Όλοι έτρεξαν να βρουν
την τύχη τους και όχι μόνο, κι έτσι έφυγαν, είτε για σπουδές είτε για να
βρουν καλύτερη ζωή. Έφυγαν με την σκέψη ότι θα επιστρέψουν μία των
ημερών. Πολλοί γονείς αργότερα ακολούθησαν τα παιδιά τους, αν και όλους
τους βασάνιζε το θέμα της επιστροφής. Η αρχή έγινε μόλις μετά τον
εμφύλιο και μέχρι τα τελευταία χρόνια του ’50 και του ’60, αλλά και του
‘70.
Έτσι έφτασε, λοιπόν, το Νεστόριο στα πρόθυρα της σημερινής ερήμωσης.
Σε πρόσφατη τηλεφωνική επικοινωνία που είχα με κάποιον και ρώτησα πώς
πάει το χωριό, η απάντηση ήταν «η γειτονιά είναι ερημωμένη και το χωριό
έχει κι αυτό ερημώσει… Αυτό είναι το χωριό είναι τελειωμένο…»
Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΕΙΡΩΝΕΙΑ
Το ενδιαφέρον για τον τόπο που μεγαλώσαμε και ανατραφήκαμε πάντα
ακολουθεί εμάς που ζούμε μακριά από την πατρίδα, μάς γεμίζει με πείσμα
και μπορώ να πω μας κάνει φανατικούς και για τον λόγο αυτό παίρνουμε και
ορισμένες πρωτοβουλίες διαμαρτυρίας.
Το 1992 η τότε Αδελφότητα
Νεστοριτών έγραψε στον τότε πρόεδρο των ΗΠΑ, Bill Clinton, τον τότε
Αυστραλό πρωθυπουργό, Paul Kiting, και τον τότε νομάρχη Καστοριάς κ.
Στεργιάδη, επιστολή διαμαρτυρίας για την απόσπαση του Λυκείου από το
Νεστόριο. Το 1995 ο αντιπρόσωπος της Αδελφότητας στην Παμμακεδονική
(ΠΕΜΒ), Κοσμάς Ρεκάρης, διαμαρτυρήθηκε γι’ αυτό, με αφορμή την επίσκεψη
του τότε υπουργού Μακεδονίας–Θράκης, κ. Τριαρίδη, στη Μελβούρνη. Για όσα
δεν γίνονται και την ερήμωση του Νεστορίου. Η ρητή διαβεβαίωση του
υπουργού ήταν ότι σύντομα με υπουργική διάταξη θα λειτουργήσει
εργοστάσιο στρατιωτικών ρούχων. Αργότερα, πάλι εδώ στη Μελβούρνη, το
ίδιο διαβεβαίωσε και ο νομάρχης Καστοριάς, Γ. Καπαχτζής, και όσο για τον
σημερινό πρόεδρο της βουλής και τότε υπουργό Μακεδονίας-Θράκης, Φ.
Πετσάλνικο, το διαβεβαίωσε και αυτός εδώ στην Μελβούρνη, όπως
αποδεικνύεται και σε φωτογραφία με τον δήμαρχο, Χρήστο Χατζή.
Το ερώτημα αν όλες αυτές οι υποσχέσεις εκπληρώθηκαν. Ναι, στο
ερειπωμένο από παιδιά δημοτικό σχολείο είχαν στηθεί οι ραπτομηχανές το
2002, αλλά οι μηχανές είχαν ήδη σκουριάσει. Το 2005 ο τότε δήμαρχος,
Χρήστος Γκοσλιόπουλος, στο Απάντημα των Νεστοριτών από όλο τον κόσμο μάς
είπε το Α΄ Δημοτικό θα μετατραπεί σε σχολή (αν δεν απατώμαι) χαλιών.
Αλλά τι έχει γίνει τώρα;
Πώς να μην ερημωθεί ο τόπος;
Το χωριό
είναι πολύ ωραίο και είναι παραδοσιακό και με πολλά και όμορφα σπίτια
και το καταπράσινο περιβάλλον του το ποτάμι και το επιβλητικό Κάστρο σε
καταγοητεύουν, πώς να το ξεχάσεις; Πώς να ξεχάσεις τα νερά του
Αλιάκμονα; Μόνο το River Party του έχει μείνει για παρηγοριά. Το όνειρο
για ανέγερση φράγματος, όπως μάς πληροφορούν τα τοπικά ΜΜΕ, μένει
όνειρο. Έπειτα, το τραίνο θα φθάσει μέχρι το Νεστόριο. Λοιπόν; Τρέξτε
για να μη το χάσουμε.
ΦΩΤΌ:
Hiking Experience
Πηγή