Εξαναγκαζόμαστε και υποχρεούμεθα
να εκφράσουμε ευθαρσώς όχι απλώς την ψυχική κόπωση, αλλά την οριακή
ψυχολογική απόγνωση του λαού και μάλιστα την διογκούμενη αγανάκτηση του
εκκλησιαστικού σώματος για την ολοκληρωτική φίμωση και την κατάργηση του
στοιχειώδους συνταγματικού δικαιώματος στην παραμικρή ελευθερία
ενάσκησης της θρησκευτικής λατρείας (ας το διατυπώσω με μια νομική
φόρμα). Σε αντίθεση με άλλες μαζικές διοργανώσεις και συγκεντρώσεις,
τόσο “παράταιρα παραδεκτές” στα αυστηρά υγειονομικά πλαίσια.
Το δεύτερο καθολικό lockdown από το Νοέμβριο και εξής εγγίζει προς
την πρώτη (ονοματολογικά) εκκλησιαστική εορτή των Χριστουγέννων, με την
Κυβέρνηση να παρατολμά σημειωτόν να την καταλύσει κι αυτήν την εορτή, σε
αντίθεση με τους ανοιχτούς πολυσύχναστους χώρους δυνητικής διασποράς
του κορωνοϊού (πολυκαταστήματα τροφίμων, λιανικές αγορές κοκ, με
ανέλεγκτη την προσέλευση κόσμου). Για να μην προκληθεί μάλιστα κάθετη
παλλαϊκή δυσφορία η και οργανωμένη αντίδραση η διοικητική δικαστική
προσφυγή για το μακροχρόνιο πνιγηρό αποκλεισμό, εξευρέθηκε (και πολύ
σωστά) ο σταδιακός αποκλεισμός ανά μήνα η εβδομάδες, με την επίκληση των
δεδομένων περαιτέρω εξαπλώσεως και επικινδυνότητας της πανδημίας.
Η Εκκλησία της Ελλάδος την οποία εκφράζει ο Μακαριώτατος, είτε στη
θεσμική της έκφραση δια της Ιεράς Συνόδου και της Ιεραρχίας, είτε με
πολλαπλές συνηγορίες Μητροπολιτών, έκρινε σώφρον και αναγκαιότατο να
συμπαρασταθεί εξαρχής στον πολιτειακό αγώνα κατά της πανδημίας. Έδειξε
νηφαλιότητα ακόμη και σε τόσες ύβρεις από τον αθεολόγητο και ακατήχητο
ιδεολογικό επιστημονισμό μερικών.
Αποδέχθηκε να “κλείσουν” οι ναοί, κι από εκκλησίες-συνάξεις να γίνουν
“αντιπροσωπεία” της έσχατης αμελητέας παρουσίας στη Μεγάλη Εβδομάδα!
Θεολόγησε και κήρυξε την ποιμαντική διαχείριση της πανδημίας με περίσσια
σύνεση, σε αντίθεση με την πράξη σε άλλους θρησκειακούς χώρους η με
ανεκτές πολυάριθμες διοργανώσεις πολιτικής χροιάς! Μετέθεσε την
κυριότερη εκκλησιαστική ημέρα του Πάσχα μετά δύο μήνες (απόδοση της
εορτής), συρρίκνωσε σε ασήμαντους αριθμούς το εκκλησίασμα στους θερινούς
μήνες.
Λιτανείες και πανηγύρεις καταργήθηκαν. Ανέχθηκε την αστυνομική
απαγόρευση προσέλευσης κάθε προσκυνητή στις πιο λαμπρές και σε τόσες
τοπικές πανηγύρεις ανά το πανελλήνιο. Υπέμεινε να της καταλογίσουν
ασυλλόγιστες και ανέρειστες ευθύνες για τον περιορισμένο εορτασμό του
Αγίου Δημητρίου, κάτι που δεν καταλογίστηκε σε ποδοσφαιρικούς αγώνες και
συγκεντρώσεις οπαδών ομάδων (με πυκνή συγκέντρωση πλήθους, φωνές,
κραυγές και αμέτρητη επομένως επικινδυνότητα στη διασπορά του Covid-19
και την πολλαπλασιαστική μεταφορά του).
Σίγησε για τον ελεύθερο εξωτερικό και εσωτερικό τουρισμό του θέρους,
σεβόμενη την οικονομική δυσπραγία του κόσμου και του κράτους, που
αποδείχθηκαν από τις περιστάσεις ότι συνέβαλαν αποφασιστικά στην αύξηση
των κρουσμάτων. Αν είχαν προσεχθεί από τους ιθύνοντες, αφενός η
ανεξέλεγκτη είσοδος τουριστών από επιβαρυμένες υγειονομικά χώρες και
αφετέρου η μετακίνηση των νέων μας από νομό σε νομό χάριν της
διασκεδάσεως, τότε τα αποτελέσματα θα ήταν τελείως διαφορετικά. Δεν
είναι λίγοι εκείνοι που έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου για την αλόγιστη
συμπεριφορά των διασκεδαστών, όμως κανείς δεν ανελάμβανε τις ευθύνες
και εύρισκαν πάντοτε σαν εύκολη λύση να επιτίθενται στο πιο ευάγωγο και
πειθαρχημένο τμήμα της κοινωνίας, και να κλείνουν τις εκκλησίες.
Απέφυγε μέχρι σήμερα να επικαλείται επίσημα το φιλελεύθερο παράδειγμα
ανώτατων δικαστικών αποφάσεων των ΗΠΑ και της Γαλλίας, όπως και
πολιτειακών αποφάσεων τόσων άλλων Ευρωπαϊκών (μέχρι και Βαλκανικών)
κρατών και της Κύπρου και της Ρωσίας…
Και σήμερα φθάσαμε στο σημείο να επαπειλούμεθα με κατάργηση του
εκκλησιαστικού-λατρευτικού χαρακτήρα των Χριστουγέννων και των
Θεοφανείων! Αυτό δεν εμμελετάται μόνο με την επίκληση γνωμοδοτήσεων της
επιτροπής λοιμωξιολόγων. Είναι μια πολιτική επιλογή ορισμένων ανθρώπων
που εκφράζουν τον πολιτειακό χώρο, έχοντας αποστερηθεί τα βιώματα της
λατρευτικής πίστης και πράξης, δίχως τα οποία κανένα κερί οπουδήποτε και
κανένα προσκύνημα δεν αποτελούν λατρεία-λαχτάρα-κοινωνία του ζώντος
Τριαδικού Θεού της ορθόδοξης εκκλησιαστικής πίστης και παράδοσης.
Γι᾽ αυτό και δεν γίνεται αντιληπτό αυτό π.χ. που βίωσε στα έσχατά του
ο Χαρίλαος Φλωράκης εξομολογημένος μέσα στον Περισσό από τον συμφοιτητή
μας τον π. Αθανάσιο Σιμωνοπετρίτη• η εκείνο που ζούσε η Άννα Συνοδινού
(θεραπευμένη ανέλπιστα από επιθετικό καρκίνο χάρη στην θεία Κοινωνία, με
παράταση ζωής 30 ετών) η ο Μανώλης Δρεττάκης και ο Μανώλης Γλέζος και
πόσα άλλα πρόσωπα της νεότερης και της παλαιότερης εθνικής μας ιστορίας
με βαθιά πίστη στο ζώντα Θεό της εκκλησιαστικής μεθέξεως και κοινωνίας
και εμπειρίας. Εκκλησία και χριστιανισμός δίχως εκκλησιασμό και
μετάληψη, δίχως εξομολόγηση και ευχέλαιο, δίχως ιερές Ακολουθίες, δεν
λογιάζεται.
Ορθοδοξία δεν είναι επαγγελματικός χώρος ημών των Επισκόπων και
λοιπών κληρικών και μοναχών, με επιλεκτική αγοραστική η εξαγοραστική
συμμετοχή των λαϊκών, αραιά και που. Το λέει πεντακάθαρα η Αγία Γραφή,
στα Ευαγγέλια και τις Πράξεις και τις Επιστολές των Αποστόλων, ότι είναι
“σώμα Χριστού και μέλη εκ μέρους”. Συγκροτείται με τον εκκλησιασμό. Ο
δε άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος, δεν είναι μια ψυχολογική υλικότητα, μια
νευρολογική σωματικότητα, που της χρειάζεται μόνο φαγητό και περίπατος
με το οικόσιτο η τηλεοπτική και διαδικτυακή ενημερότητα.
Ο άνθρωπος ως θεόπλαστη και θεόσωστη ψυχοσωματική μοναδικότητα
υφίσταται και αρτιώνεται και καλλιεργείται μετέχοντας και μετεχόμενος.
Εξ ου και τελειώνεται μέσα από τη λειτουργία του εκκλησιαστικού σώματος.
Πάνω σ᾽ αυτό διδάξαμε και διδάσκουμε το λαό μας να αθλείται στην
υπομονή και στη συλλογική αντιμετώπιση του ιού. Όμως, θέλει ο λαός του
Θεού και απαιτεί την ελάχιστη τουλάχιστον ανανέωση των πνευματικών του
δυνατοτήτων και χρειών.
Όπως θέλει την υλική τροφή (παραμένοντας και τότε κοινωνικό ον), έτσι
και πολύ περισσότερο επιθυμεί και αποζητά να ζωοποιείται Αγιοπνευματικά
μέσα στον άμεσο εκκλησιαστικό χώρο της θείας λατρείας. Ειδάλλως θα
έχουμε να παλέψουμε με μιαν άλλη σοβαρότερη απειλή για την ίδια την
κοινωνική μας συγκρότηση και αρτιότητα, με ανοικονόμητα φαινόμενα
καθολικότερης απόγνωσης και απελπισίας και ψύχωσης, δίχως το καταφύγιο
της απολύτρωσης και της άγιας χάρης του Θεού.
Σαν Επίσκοποι το γνωρίζουμε άμεσα πολύ καλά, και έμμεσα δια των
εφημερίων και των μοναστηριών μας, ότι ο κόσμος μας επιμένει να
καταφεύγει στις Εκκλησιές σαν θεραπευτήρια της ψυχής του, όσο απειλείται
και βασανίζεται ανελέητα. Ακόμη και οι πιο αδιάφοροι, στην έσχατη
ανάγκη τους, επικαλούνται την Παναγία μας ακουμπώντας όλη τους την
ελπίδα. Κι αυτό είναι η πιο τρανή άμυνα που διαθέτει ο λαός μας, κι ας
επιμένει να τις αποσιωπά η άρχουσα ελίτ.
Αυτό παρακαλούμε και αυτό απαιτούμε από τον κ. Πρωθυπουργό και την
Κυβέρνηση. Να σεβαστούν το στοιχειώδες έσχατο συνταγματικό δικαίωμα της
θρησκευτικής (εκκλησιαστικής) λατρείας ενόψει των ερχόμενων αγίων
ημερών. Με την επιβεβλημένη εφαρμογή των μέτρων της αυτοπροστασίας και
ετεροπροστασίας και της κοινωνικής προστασίας, στην οποία ως μέλη της
Εκκλησίας επιδείξαμε αυστηρή πιστότητα και συνέπεια μέχρι σήμερα.
Αυτό παρακαλούμε και απαιτούμε να αναγνωρίσει και να σεβαστεί και ο
Πρωθυπουργός της χώρας, ώστε να δυνηθούμε σε ανοικτούς ναούς με τα
απαραίτητα μέτρα και τους αναλογικούς αριθμούς να δεηθούμε λειτουργικά
και να κοινωνήσουμε ευχαριστιακά και να παρακαλέσουμε τον Κύριο και Θεό
μας υπέρ της πατρίδας μας και όλου του κόσμου, υπέρ των πασχόντων
συνανθρώπων μας και των θυσιαζομένων ιατρών, νοσηλευτών και λοιπών
επιστρατευμένων.
Ευελπιστούμε ότι θα καρποφορήσει επιτέλους επ᾽ ευλογίαις ο διάλογος
του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου μας κ. Ιερωνύμου με τον Εξοχότατο
Πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη. Το χρωστούμε όλοι εις αλλήλους, για να
σταθούμε επιτέλους στα πόδια μας και να αντισταθούμε με εκκλησιασμένο
ανανεούμενο θάρρος στην φοβερή απειλή της πανδημίας.
Το εποφείλουμε σαν τρόπο ζωής και κληροδοσία στη νεότερη γενιά, όπως
και στους ζώντες εν Θεώ κεκοιμημένους παππούδες και πατέρες μας, που μας
παρέδωσαν ακήρατη τη μόνη Χριστιανοσύνη, τη Χριστιανοσύνη του
εκκλησιασμού. Καλά Χριστούγεννα. Καλά Θεοφάνεια.
† Ο Γουμενίσσης, Γεφύρας, Αξιουπόλεως & Πολυκάστρου Δημήτριος