H αντισυνταγματικη απαγόρευση κινητών τηλεφώνων στον στρατό
Η εξάπλωση των πολυμεσικών κινητών
συσκευών που συνδυάζουν τηλεφωνικές υπηρεσίες, πρόσβαση στο Διαδίκτυο
και δυνατότητα λήψης φωτογραφιών και κινούμενης εικόνας απειλεί ένα από
τα κατ' εξοχήν "άβατα" της δημόσιας διοίκησης: τις στρατιωτικές
υπηρεσίες. Τα κινητά τηλέφωνα ως εργαλεία διαφάνειας έχουν
χρησιμοποιηθεί κατά κόρον για να επισημανθούν φαινόμενα παραβίασης
ανθρώπινων δικαιωμάτων, διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα. Ωστόσο, η χρήση
ενός πολυμεσικού κινητού δεν αποτελεί απλή ευχέρεια του κατόχου του,
αλλά γνωρίζει συνταγματική θεμελίωση και βασίζεται σε διατάξεις του
ευρωπαϊκού δικαίου. Οι περιορισμοί και οι αυστηρές απαγορεύσεις που
επιβάλλει ο Ελληνικός Στρατος στην χρήση κινητών τηλεφώνων από τους
πολίτες που υπηρετούν υποχρεωτικά στις τάξεις του, θα πρέπει λοιπόν να
ελεγχθεί ως προς τη συμβατότητά τους με το Σύνταγμα, αλλά και με το
Ευρωπαϊκό Δίκαιο.
1. H απαγόρευση
Ως
προς την χρήση κινητών τηλεφώνων με κάμερα στα στρατόπεδα, έχει
επιβληθεί στην πράξη μια γενική απαγόρευση. Σύμφωνα με σχετικά δημοσιεύματα
που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, η απαγόρευση βασίζεται σε κάποια
εσωτερική διαταγή του Γενικού Επιτελείου Στρατού, η οποία όμως είναι
απόρρητη. Οι στρατευμένοι ενημερώνονται για την απαγόρευση προφορικά, ή
και από ανακοινώσεις που είναι αναρτημένες στα στρατόπεδα, χωρίς όμως να
αναφέρεται η νομική βάση, δηλ. έστω ο αριθμός της εν λόγω απόρρητης
διαταγής. Ως κύρωση, στην πράξη, εφαρμόζεται η προσωρινή κατάσχεση της συσκευής καθώς και η επιβολή πειθαρχικών μέτρων όπως η πενθήμερη φυλάκιση των κατόχων τέτοιων κινητών τηλεφώνων.
Ως
προς την χρήση κινητών τηλεφώνων χωρίς κάμερες, έχει επιβληθεί χρονικός
και τοπικός περιορισμός. Σε αυτή την περίπτωση ο κανόνας εκκινεί από
την απαγόρευση και αναγνωρίζει το δικαίωμα χρήσης ως εξαίρεση (σε
ώρες μεσημεριανής ανάπαυσης και σε χώρο ψυχαγωγίας μονάδος, αλλά όχι
στους θαλάμους διαβίωσης). Και σε αυτήν την περίπτωση, η ανακοίνωση του
κανόνα δεν συνοδεύεται από μνεία της νομικής βάσης, η οποία φέρεται ότι
είναι απόρρητη, όπως προαναφέρθηκε.
2. Αντισυνταγματικότητα της απαγόρευσης
Η
χρήση πολυμεσικού κινητού τηλεφώνου (smartphone) συνιστά ενάσκηση δύο
δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από το Σύνταγμα: το δικαίωμα στην
πληροφόρηση, αλλά και το δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της
Πληροφορίας. Τα δικαιώματα αυτά προβλέπονται από το
άρθρο 5Α του Συντάγματος:
|
1.
Καθένας έχει δικαίωμα στην πληροφόρηση, όπως νόμος ορίζει. Περιορισμοί
στο δικαίωμα αυτό είναι δυνατόν να επιβληθούν με νόμο μόνο εφόσον είναι
απολύτως αναγκαίοι και δικαιολογούνται για λόγους εθνικής ασφάλειας,
καταπολέμησης του εγκλήματος ή προστασίας δικαιωμάτων και συμφερόντων
τρίτων.
2. Καθένας έχει δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της
Πληροφορίας. Η διευκόλυνση της πρόσβασης στις πληροφορίες που
διακινούνται ηλεκτρονικά, καθώς και της παραγωγής, ανταλλαγής και
διάδοσής τους αποτελεί υποχρέωση του Κράτους, τηρουμένων πάντοτε των
εγγυήσεων των άρθρων 9, 9Α και 19.
|
Ως
προς το δικαίωμα στην πληροφόρηση, (δηλαδή στην ενεργητική μετάδοση
πληροφοριών, αλλά και στο δικαίωμα πρόσβασης στις πληροφορίες),
επιτρέπεται η επιβολή περιορισμών για λόγους εθνικής ασφάλειας. Ωστόσο,
οι περιορισμοί αυτοί πρέπει να επιβληθούν: (α) με νόμο και (β) να είναι
απολύτως αναγκαίοι ενόψει των επιδιωκόμενων σκοπών (λ.χ. εθνική
ασφάλεια). Αυτό σημαίνει ότι εάν οι περιορισμοί (α) δεν έχουν επιβληθεί
με νόμο ή (β) δεν είναι απολύτως αναγκαίοι, δεν βρίσκονται σε
συμβατότητα με το Σύνταγμα.
Ως
προς το δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας, δηλαδή στο
αμυντικό δικαίωμα έναντι του Κράτους να μην παρεμποδίζει, αλλά να
διευκολύνει την πρόσβαση σε πληροφορίες που διακινούνται ηλεκτρονικά,
αλλά και την παραγωγή, ανταλλαγή και διάδοσή τους, το Σύνταγμα αναφέρει
ως λόγους περιορισμών την προστασία της ιδιωτικότητας
(άρθρο 9), την προστασία των προσωπικών δεδομένων (
άρθρο 9Α) και την προστασία του απορρήτου των επικοινωνιών (
άρθρο 19).
Επομένως, οι ειδικοί περιορισμοί της πρώτης παραγράφου (ανάμεσα στους
οποίους και οι λόγοι εθνικής ασφάλειας) δεν επαναλαμβάνονται ρητώς στην
δεύτερη παράγραφο.
Πάντως,
εκτός από τους ρητά προβλεπόμενους στο άρθρο 5Α περιορισμούς, ο
νομοθέτης μπορεί να επιβάλλει τους εν γένει περιορισμούς που προβλέπει
το
άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο έχει ως εξής.
Τα
δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου
και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του
Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την
ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους. Τα δικαιώματα αυτά ισχύουν
και στις σχέσεις μεταξύ ιδιωτών στις οποίες προσιδιάζουν. Oι κάθε είδους
περιορισμοί που μπορούν κατά το Σύνταγμα να επιβληθούν στα δικαιώματα
αυτά πρέπει να προβλέπονται είτε απευθείας από το Σύνταγμα είτε από το
νόμο, εφόσον υπάρχει επιφύλαξη υπέρ αυτού και να σέβονται την αρχή της
αναλογικότητας.
Επομένως,
για να ελεγχθεί εάν η απαγόρευση χρήσης κινητών με κάμερα και ο
περιορισμός χρήσης των άλλων κινητών στον στρατό, είναι σύμφωνη με το
Σύνταγμα, θα πρέπει να εξεταστεί: (α) εάν ο περιορισμός έχει επιβληθεί
με νόμο, (β) εάν ο περιορισμός είναι απολύτως αναγκαίος για σκοπούς
προστασίας της εθνικής ασφάλειας, (γ) εάν ο περιορισμός σέβεται την αρχή
της αναλογικότητας. Ας τα εξετάσουμε ένα προς ένα:
(α) ο περιορισμός έχει επιβληθεί με νόμο;
Ως
προς την έννοια του "νόμου" γίνεται δεκτό ότι δεν απαιτείται τυπικός
νόμος (θεσπισμένος από τη Βουλή), αλλά αρκεί και ουσιαστικός νόμος,
δηλαδή κανονιστική πράξη της διοίκησης. Σε αυτήν την δεύτερη περίπτωση
βεβαίως, θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσον το διοικητικό όργανο που
θέσπισε την σχετική κανονιστική πράξη βρίσκεται στο συνταγματικώς
επιτρεπτό πλαίσιο της εξουσιοδότησης που του παρέχεται σύμφωνα με
το άρθρο 43 του Συντάγματος.
Το εν λόγω άρθρο αναφέρει ότι τα διοικητικά όργανα μπορούν να εκδίδουν
κανονιστικές διοικητικές πράξεις, εφόσον ο νομοθέτης τα έχει
εξουσιοδοτήσει.
Δεν
είναι γνωστό με ποια νομική μορφή (και άν) έχουν θεσπιστεί οι επίμαχες
απαγορεύσεις , πέραν της σχετικής φημολογίας περί υπάρξεως απόρρητης
διαταγής. Εάν είναι ακριβές ότι υφίσταται απόρρητη διαταγή, τότε ο
περιορισμός αυτός, δεδομένου ότι δεν είναι προσβάσιμος και γνωστών
συνεπειών για τους τυχόν παραβάτες του, είναι αντίθετος στην Ευρωπαϊκή
Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (βλ. παρακάτω: υπό 3. Αντίθεση στο
Ευρωπαϊκό Δίκαιο).
Σε
κάθε περίπτωση, το αδιευκρίνιστο ως προς την νομική βάση των επίμαχων
απαγορεύσεων δημιουργεί σοβαρή αμφιβολία, για το κατά πόσον ο
περιορισμός έχει επιβληθεί με "νόμο", κατά την έννοια του Συντάγματος.
Συνεπώς, και με βάση την αρχή "εν αμφιβολία, υπέρ του ενδιαφερομένου",
αλλά και με βάση την αρχή της ασφάλειας δικαίου και της δικαιολογημένης
εμπιστοσύνης του πολίτη, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι ο περιορισμός αυτός
έχει επιβληθεί "με νόμο" και ως εκ τούτου είναι εκ πρώτης όψεως
αντίθετος στα άρθρα 5Α και 25 παρ. 1 του Συντάγματος. Για λόγους
εμβάθυνσης όμως, εξετάζονται και οι άλλοι λόγοι συνταγματικώς επιτρεπτού
περιορισμού της χρήσης κινητών τηλεφώνων στον στρατό.
(β) ο περιορισμός είναι απολύτως αναγκαίος για λόγους προστασίας της εθνικής ασφάλειας;
Θα
μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η ελεύθερη φωτογράφηση στρατιωτικών
εγκαταστάσεων και η ανάρτησή τους στο Διαδίκτυο ενδέχεται να θέσει σε
κίνδυνο την εθνική ασφάλεια, κοινοποιώντας σε εν δυνάμει εχθρούς
διάφορους στρατηγικούς στόχους ή αποκαλύπτοντας απόρρητα που καθιστούν
το στράτευμα ευάλωτο σε διάφορες απειλές. Ο κίνδυνος αυτός είναι ένας
συνταγματικά βάσιμος λόγος για τον περιορισμό του δικαιώματος
ενεργητικής πληροφόρησης, δηλαδή λήψης εικόνων και ανταλλαγής και
διάδοσής τους στο Διαδίκτυο. Ωστόσο, το μέτρο που θα ληφθεί για την
αποτροπή αυτού του κινδύνου πρέπει να είναι το "απολύτως αναγκαίο" για
την προστασία της εθνικής ασφάλειας - δηλαδή το ηπιότερο δυνατό,
δεδομένου ότι πρόκειται για περιορισμό ατομικού δικαιώματος.
Πρέπει
λοιπόν να εξεταστεί έαν για σκοπούς προστασίας του στρατιωτικού
απορρήτου υπάρχουν ηπιότερα μέσα σε σχέση με την επίμαχη απαγόρευση
χρήσης μιας τεχνολογικής εφαρμογής. Ο Ποινικός Κώδικας έχει προβλέψει
βαρύτατες ποινές για περιπτώσεις παραβίασης του στρατιωτικού απορρήτου:
Άρθρο 146
1.
Όποιος με πρόθεσή του και παράνομα παραδίδει ή αφήνει να περιέλθουν
στην κατοχή ή τη γνώση άλλου έγγραφα, σχέδια ή άλλα πράγματα ή ειδήσεις
που τα συμφέροντα της πολιτείας ή των συμμάχων της επιβάλλουν να
τηρηθούν απόρρητα απέναντι σε ξένη κυβέρνηση, τιμωρείται με κάθειρξη
μέχρι δέκα ετών.
2. Σε καιρό πολέμου ο υπαίτιος τιμωρείται με ισόβια ή πρόσκαιρη κάθειρξη τουλάχιστον δέκα ετών.
|
Άρθρο 147
Όποιος
γίνεται από αμέλεια υπαίτιος κάποιας από τις πράξεις που αναφέρονται
στο προηγούμενο άρθρο, αν αυτά τα σχέδια, τα έγγραφα, τα πράγματα ή οι
ειδήσεις τού είναι εμπιστευμένα υπηρεσιακώς ή τού είναι προσιτά χάρη στη
δημόσια υπηρεσία του ή χάρη σε εντολή της αρχής ή τα έμαθε λόγω μιας
σύμβασης από εκείνες που αναφέρονται στο άρθρο 145 του Κώδικα,
τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών.
Αντίστοιχα, ποινικό αδίκημα θεωρείται η τέλεση τέτοιων πράξεων και απο τον Στρατιωτικό Ποινικό Κώδικα:
Άρθρο 22
Στρατιωτικός
που με πρόθεση και χωρίς δικαίωμα επιτυγχάνει να περιέλθουν σε γνώση
του πληροφορίες από αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 143 ή να περιέλθουν
στην κατοχή του έγγραφα ή άλλα πράγματα που περιέχουν τέτοιες
πληροφορίες, τιμωρείται με φυλάκιση έξι μηνών μέχρι τριών ετών. Αν όμως
ενήργησε για να ωφελήσει ξένο κράτος ή για να βλάψει το ελληνικό κράτος
τιμωρείται σε ειρηνική περίοδο με ισόβια κάθειρξη ή κάθειρξη τουλάχιστον
δέκα ετών και σε πολεμική περίοδο με θάνατο ή ισόβια κάθειρξη.
Άρθρο 23
Στρατιωτικός
που εισχωρεί χωρίς δικαίωμα σε κινητό ή ακίνητο ή χώρο που
χρησιμοποιείται από το στρατό προορίζεται να χρησιμοποιηθεί από αυτόν
και όπου απαγορεύεται η είσοδος, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον
τριών μηνών. Αν ενήργησε για να ωφελήσει ξένο κράτος ή για να βλάψει το
ελληνικό κράτος, τιμωρείται με κάθειρξη.
Άρθρο 25
1. Τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ο στρατιωτικός που χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής:
α)
Φωτογραφίζει ή με οποιοδήποτε άλλο μισό ή τρόπο καταρτίζει εικόνες ή
σχέδια οδικών συγκοινωνιών ή τόπων ή αντικειμένων από τα αναφερόμενα στο
άρθρο 23 ή της περιοχής γύρω από αυτά σε ακτίνα καθορισμένη από την
αρμόδια στρατιωτική αρχή.
β)
Παρακολουθεί στρατιωτικές επιχειρήσεις ή ασκήσεις ή βρίσκεται
αδικαιολόγητα τόσο κοντά σε στρατιωτική θέση ή στρατόπεδο ή οχυρωμένη
γραμμή, ώστε να είναι δυνατή η παρακολούθησή τους ή φέρει πλησίον των
τόπων αυτών συσκευή πρόσφορη για απεικόνιση ή παρακολούθηση.
2. Αν η πράξη τελέσθηκε σε πολεμική περίοδο, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους.
Έξάλλου,
το ίδιο το Σύνταγμα έχει προβλέψει την προστασία του στρατιωτικού
απορρήτου, επιτρέποντας το μείζον: την άρση του απορρήτου των
επικοινωνιών, όταν τίθεται ζήτημα εθνικής ασφάλειας, σύμφωνα με το
άρθρο 19 Σ.
Αυτό σημαίνει ότι το ίδιο το Σύνταγμα αντιλαμβάνεται την προστασία της
εθνικής ασφάλειας ως ένα ζήτημα που αφορά το περιεχόμενο των μηνυμάτων
επικοινωνίας (γι' αυτό επιτρέπει την άρση του απορρήτου) κι όχι ως ένα
ζήτημα που αφορά το μέσο τέλεσης, ώστε να επιτρέπει και την κατάσχεσή
του, όπως λ.χ. προβλέπει για την κατάσχεση εντύπων στο
άρθρο 14 παρ. 3 (γ) Σ.).
Διότι τα έντυπα αφορούν την δημοσιότητα, ενώ τα μηνύματα επικοινωνίας
(και τα μέσα με τα οποία μεταδίδονται) αφορούν την ιδιωτικότητα του
πολίτη. Η αντίστιξη ανάμεσα στα δύο συνταγματικώς προβλεπόμενα μέτρα
(άρση απορρήτου για τις επικοινωνίας - κατάσχεση εντύπου για τα μ.μ.ε.)
είναι απολύτως χαρακτηριστική και αποτελεί κατευθυντήριο γραμμή για τον
έλεγχο συνταγματικότητας της απαγόρευσης κινητών στον στρατό.
Ετσι
λοιπόν, ο νόμος έχει ήδη προβλέψει διατάξεις για τον περιορισμό του
δικαιώματος πληροφόρησης και συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας,
όταν από την ενάσκηση αυτού του δικαιώματος, όντως απειλείται η εθνική
ασφάλεια. Εάν με ένα κινητό με κάμερα (ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο, όπως
και το απλό ταχυδρομείο) τελεστεί κάποιο από τα παραπάνω αδικήματα,
είναι προφανές ότι αβάσιμα θα επικαλείτο κάποιος το Σύνταγμα για να
αποφύγει τις κυρώσεις.
Ωστόσο,
η ίδια η απαγόρευση της (γενικής) χρήσης κινητού τηλεφώνου με κάμερα,
δεδομένου ότι υπάρχουν οι ανωτέρω, στοχευμένες και συγκεκριμένες
διατάξεις (που λειτουργούν και αποτρεπτικά, όπως όλο το Ποινικό Δίκαιο)
δεν μπορεί να θεωρηθεί απολύτως αναγκαία, γιατί το αντίθετο θα
σήμαινε ότι κάθε πολίτης που υπηρετεί στον στρατό θεωρείται εξ ορισμού
ύποπτος κατασκοπείας. Η κατοχή ενός κινητού τηλεφώνου με κάμερα δεν
θεμελιώνει από μόνη της το δόλο για την κατασκοπευτική χρήση της εν λόγω
συσκευής. Αντίθετα μάλιστα, υπάρχουν περιπτώσεις εξελιγμένων κινητών
(smartphones) που έχουν πλέον αναπόφευκτα κάμερες, χωρίς όμως ο χρήστης
να ενδιαφέρεται για τη συγκεκριμένη εφαρμογή περισσότερο απ' όσο για τις
πιο ουσιαστικές εφαρμογές περιεχομένου, όπως η πρόσβαση στις
διαδικτυακές υπηρεσίες. Δηλαδή η ύπαρξη κάμερας σε ένα κινητό τηλέφωνο
δεν σημαίνει καν ότι ο κάτοχος σκοπεύει να την χρησιμοποιήσει (πολύ
περισσότερο, να εγκληματίσει με αυτήν), καθώς θεωρείται ένα εμπορικά
αναπόσπαστο χαρακτηριστικό τηλεφώνου, το οποίο ως κύριες εφαρμογές έχει
τις διαδικτυακές κι όχι την εικονοληψία.
Ενόψει
λοιπόν των ανωτέρω υφιστάμενων απολύτως αναγκαίων περιορισμών που
προβλέπονται στο Ποινικό Δίκαιο, η απαγόρευση χρήσης κινητών τηλεφώνων
με κάμερες per se, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως απολύτως αναγκαίος
περιορισμός του δικαιώματος του άρθρου 5Α παρ. 1 του Συντάγματος. Ως εκ
τούτου, ακόμη κι αν ο περιορισμός προβλεπόταν από το "νόμο", ο νόμος
αυτός θα ήταν αντισυνταγματικός, ως περιέχων μη απολύτως αναγκαίο
περιορισμό ατομικού δικαιώματος.
(γ) ο περιορισμός σέβεται την αρχή της αναλογικότητας;
Η
αρχή της αναλογικότητας αποτελεί έναν κανόνα "τελικού" ελέγχου της
συνταγματικότητας μιας διάταξης που περιορίζει ανθρώπινο δικαίωμα.
Αποτελεί λοιπόν έναν "περιορισμό των περιορισμών". Τα κριτήρια που θέτει
είναι η προσφορότητα και η αναγκαιότητα ενός μέτρου που λαμβάνεται εις
βάρος του ατομικού δικαιώματος, αλλά και ο έλεγχος της ισορροπίας
ανάμεσα στα δύο προστατευόμενα και αντιπαρατασσόμενα έννομα αγαθά: το
ατομικό δικαίωμα αφενός, το δημόσιο συμφέρον (συνήθως) αφετέρου.
Ως
προς τον έλεγχο της προσφορότητας, εξετάζουμε αν με το προτεινόμενο
μέτρο μπορεί να επιτευχθεί ο επιδιωκόμενος σκοπός. Δηλαδή εάν η
απαγόρευση κινητών με κάμερα είναι ένα μέτρο που αν εφαρμοστεί όντως θα
περιοριστεί η διάδοση στρατιωτικών μυστικών. Η απάντηση είναι προφανώς
θετική. Εάν απαγορευτούν τα κινητά με κάμερες, όλο και λιγότερα
στρατιωτικά μυστικά θα διαδίδονται. (Αν καταργηθεί επίσης και ο στρατός
ως θεσμός, ο κίνδυνος θα εκμηδενιστεί ολοσχερώς). Άρα ως προς τον έλεγχο
προσφορότητας, το μέτρο είναι σύμφωνο με την αρχή της αναλογικότητας.
Ως
προς τον έλεγχο της αναγκαιότητας, ισχύουν όσα αναπτύχθηκαν παραπάνω
(υπό β) για το "απολύτως αναγκαίο" της απαγόρευσης. Εφόσον υπάρχει
ηπιότερος τρόπος για προστασία (ποινικές διατάξεις περί κατασκοπείας),
δεν χρειάζεται να απαγορευτούν τα κινητά με κάμερες.
Ως
προς τον έλεγχο στάθμισης κόστους - οφέλους, πρέπει να εξεταστεί η
ουσία του θέματος. Οι πολίτες που υπηρετούν υποχρεωτικά στον στρατό
είναι πολίτες της Κοινωνίας της Πληροφορίας. Ιδίως όσοι γεννήθηκαν στην
δεκαετία του 1980 και πιο μετά, έχουν συνηθίσει να βρίσκονται συνέχεια
σε on-line κατάσταση, έτσι ώστε οι διαδικτυακές εφαρμογές και η παρουσία
τους σε αυτές να αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της προσωπικότητάς τους,
όπως αποτελούσε σε παλαιότερες εποχές, η αλληλογραφία. Ειδικά για τους
στρατευμένους πολίτες, η αλληλογραφία πάντοτε αποτελούσε μια ιερή ζώνη
ιδιωτικότητας και επικοινωνίας με τον έξω κόσμο και τους οικείους,
στοιχείο που γινόταν πάντοτε σεβαστό από κάθε στρατιωτική υπηρεσία,
ιδίως για ψυχολογικούς λόγους. Ο σωματικός εγκλεισμός, για λόγους
σεβασμού των ανθρώπινων δικαιωμάτων, θα πρέπει να αντισταθμίζεται με την
όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προστασία των ελάχιστων σφαιρών ιδιωτικότητας
που έχουν απομείνει στους στρατιώτες. Οι σφαίρες αυτές περιλαμβάνουν
σαφώς και την ζώνη αλληλεπίδρασης και επικοινωνίας με τον έξω κόσμο, μια
ζώνη η οποία πρέπει να γίνεται σεβαστή, ιδίως όταν σύμφωνα με το αρθρο
5Α παρ. 2, η διευκόλυνση πρόσβασης στις ηλεκτρονικά διακινούμενες
πληροφορίες και της παραγωγής, ανταλλαγής και διάδοσής τους, αποτελεί
"υποχρέωση του Κράτους". Επομένως, σε αυτό το πλαίσιο, το δικαίωμα κάθε
στρατιώτη για συμμετοχή στην Κοινωνία της Πληροφορίας αποτελεί κι ένα
αντιστάθμισμα για τον αναγκαστικό περιορισμό άλλων ατομικών του
δικαιωμάτων. Η προληπτική και κατασταλτική απαγόρευση πρόσβασης στην
Κοινωνία της Πληροφορίας, με την κατάσχεση του κινητού τηλεφώνου ή και την επιβολή ποινής φυλάκισης
για την απλή κατοχή του, χωρίς να έχει διευκρινιστεί δηλαδή το είδος
της επικείμενης χρήσης, το οποίο ενόψει του τεκμηρίου της αθωότητας δεν
πρέπει να προεξοφλείται ως "επικίνδυνο" θίγει τον ίδιο τον πυρήνα του
δικαιώματος, αφού αφαιρεί από τον φορέα του την ίδια την δυνατότητα για
συμμετοχή στην Κοινωνία της Πληροφορίας.
Ως
προς τον χρονικό και τοπικό περιορισμό της χρήσης κινητών τηλεφώνων
(χωρίς κάμερα) θα πρέπει να επισημανθεί ότι η διατύπωση του
απαγορευτικού κανόνα είναι αποφατική: η ελευθερία προβλέπεται ως
εξαίρεση. Μόνη σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας εφαρμογή της
χρονικής και τοπικής απαγόρευσης είναι η εφαρμογή της σε ώρες παροχής
στρατιωτικών υπηρεσιών που απαιτείται 100% συγκέντρωση του στρατιώτη στο
έργο του (λ.χ. σκοπιά) καθώς στις ώρες της στρατιωτικής εκπαίδευσης.
Και σε αυτές τις περιπτώσεις όμως, θα πρέπει να γίνει δεκτή η εξαίρεση
των έκτακτων περιστατικών που ενδεχομένως θίγουν την σωματική ή ψυχική
ακεραιότητα του στρατιώτη (λ.χ. λόγοι υγείας) και επιβάλλουν την
επικοινωνία με κινητό τηλέφωνο. Συνεπώς, οι περιορισμοί χρήσης κινητών
τηλεφώνων που εκφεύγουν αυτού του ειδικού context θα πρέπει να
προβλέπονται με σαφήνεια, ώστε να είναι σεβαστή η ισορροπία ανάμεσα στα
έννομα αγαθά (ατομικά δικαιώματα - δημόσιο συμφέρον) και να μην
θυσιάζεται ολοσχερώς το ένα αγαθό προς όφελος του άλλου.
Συμπερασματικά:
η απαγόρευση κινητών τηλεφώνων με κάμερες και η απαγόρευση της χρήσης
απλών τηλεφώνων σε ώρες και χώρους πέραν της παροχής υπηρεσιών βρίσκεται
σε ασυμφωνία προς την αρχή της αναλογικότητας και ως εκ τούτου
παραβιάζει τα άρθρα 5Α και 25 παρ. 1 του Συντάγματος.
3. Αντίθεση της απαγόρευσης στο Ευρωπαϊκό Δίκαιο
1. Παv πρόσωπov έχει δικαίωμα εις τηv ελευθερίαv εκφράσεως. Τo δικαίωμα τoύτo περιλαμβάvει τηv ελευθερίαv γvώμης ως και τηv ελευθερίαv λήψεως ή μεταδόσεως πληρoφoριώv ή ιδεώv, άvευ επεμβάσεως δημoσίωv αρχώv
και ασχέτως συvόρωv. Τo παρόv άρθρov δεv κωλύει τα Κράτη από τoυ vα
υπoβάλωσι τας επιχειρήσεις ραδιoφωvίας, κιvηματoγράφoυ ή τηλεoράσεως εις
καvovισμoύς εκδόσεως αδειώv λειτoυργίας.
2.
Η άσκησις τωv ελευθεριώv τoύτωv, συvεπαγoμέvωv καθήκovτα και ευθύvας
δύvαται vα υπαχθή εις ωρισμέvας διατυπώσεις, όρoυς, περιoρισμoύς ή
κυρώσεις, πρoβλεπoμέvoυς υπό τoυ vόμoυ και απoτελoύvτας αvαγκαία μέτρα εv δημoκρατική κoιvωvία δια τηvεθvικήv ασφάλειαv, τηv εδαφικήv ακεραιότηταv ή δημoσίαv ασφάλειαv, τηv πρoάσπισιv της τάξεως
και πρόληψιv τoυ εγκλήματoς, τηv πρoστασίαv της υπoλήψεως ή τωv
δικαιωμάτωv τωv τρίτωv, τηv παρεμπόδισιv της κoιvoλoγήσεως εμπιστευτικώv
πληρonoριώv ή τηv διασφάλισιv τoυ κύρoυς και αμερoληψίας της δικαστικής
εξoυσίας.
Παρατηρούμε
λοιπόν ότι η ελευθερία μεταδόσεως ή λήψεως πληροφοριών και ειδήσεων
προβλέπεται ως μέρος του ανθρώπινου δικαιώματος για ελευθερία της
έκφρασης, το οποίο όμως μπορεί να υπαχθεί σε περιορισμούς ή κυρώσεις,
εφόσον αυτοί (α) προβλέπονται από το νόμο και αποτελούν (β) αναγκαία
μέτρα σε μια δημοκρατική κοινωνία για την εθνική ασφάλεια και την
εδαφική ακεραιότητα. Ας εξετάσουμε αν οι επίμαχες απαγορεύσεις
συμβιβάζονται με αυτά τα κριτήρια (πρόβλεψη από το νόμο, αναγκαία μέτρα
σε δημοκρατική κοινωνία).
(α) προβλέπονται οι περιορισμοί και οι κυρώσεις από το "νόμο";
Σύμφωνα
με την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του
Ανθρώπου, η αναφορά της ΕΣΔΑ σε "νόμο" δεν αφορά κάθε γενική ρύθμιση που
επιβάλλει έναν περιορισμό, αλλά θα πρέπει ο "νόμος" αυτός να
παρουσιάζει δύο ποιοτικά χαρακτηριστικά: προσβασιμότητα της διάταξης
(accessibility) και προβλεψιμότητα των συνεπειών (forseeability). Στη
συγκεκριμένη περίπτωση, όπως έχει προαναφερθεί, φημολογείται ότι οι
απαγορεύσεις θεσπίστηκαν με απόρρητη διαταγή, συνεπώς ελλείπει το
στοιχείο της προσβασιμότητάς της. Επίσης οι κυρώσεις που επιβάλλονται
(κατάσχεση κινητού με κάμερα και επιβολή πειθαρχικού μέτρου φυλάκισης)
δεν είναι προβλέψιμες για τους στρατιώτες, αφού η ανακοίνωση των
απαγορεύσεων δεν συνοδεύεται από ανακοίνωση των συνεπειών από τη μη
συμμόρφωση προς τις απαγορεύσεις.
Συνεπώς,
οι επίμαχες απαγορεύσεις δεν προβλέπονται από "νόμο", κατά την έννοια
που προσδίδεται στον όρο αυτόν του άρθρου 10 της ΕΣΔΑ απο την πάγια
νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
(β) είναι οι περιορισμοί αναγκαίο μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία;
Η
ανάλυση περί της μη αναγκαιότητας των επίμαχων απαγορεύσεων έχει γίνει
και παραπάνω, κατά την εξέταση του ελέγχου τήρησης της αρχής της
αναλογικότητας. Εφόσον υπάρχουν σαφείς ποινικοί κανόνες που απαγορεύουν
την κατάχρηση των κινητών τηλεφώνων και τα αδικήματα της παραβίασης
απορρήτων ή κατασκοπείας, η ίδια η κατάσχεση του μέσου εφόσον δεν έχει
τελεστεί κάποιο από αυτά τα αδικήματα και η επιβολή πειθαρχικών κυρώσεων
μόνο για την κατοχή των κινητών τηλεφώνων δεν είναι αναγκαία μέτρα,
κατά την έννοια της ΕΣΔΑ.
Περαιτέρω,
σε μια δημοκρατική κοινωνία πρέπει να είναι ανεκτός ο πλουραλισμός των
απόψεων και η ελεύθερη συμμετοχή στην Κοινωνια της Πληροφορίας. Το
γεγονός ότι οι Έλληνες που μπορούν να φέρουν όπλα είναι υποχρεωμένοι να
συντελούν στην άμυνα της Πατρίδας (
άρθρο 4 παρ. 6 του Συντάγματος)
δεν σημαίνει ότι χάνουν την ιδιότητα τους ως πολίτες και τα δικαιώματά
τους να εξακολουθούν να αποτελούν μέλη μιας δημοκρατικής κοινωνίας.
Θεμελιώδεις πτυχές αυτής της δημοκρατικής κοινωνίας εκφράζονται και
αναπτύσσονται πλέον μέσω του Διαδικτύου και των τηλεπικοινωνιακών
εφαρμογών ("Κοινωνία της Πληροφορίας") και συνεπώς η απόλυτη απαγόρευση
πρόσβασης σε αυτά, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο σκοπός της πρόσβασης, δεν
μπορούν να θεωρηθούν μέτρα αναγκαία σε μια δημοκρατική κοινωνία.
Γι'
αυτούς τους λόγους, οι επίμαχες απαγορεύσεις είναι αντίθετες στο
Ευρωπαϊκό Δίκαιο και ελλοχεύει ο κίνδυνος οι επιβαλλόμενες κυρώσεις να
οδηγήσουν σε καταδίκη της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των
Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
4. Συμπέρασμα
Η
απαγόρευση της χρήσης των κινητών τηλεφώνων είναι ένα περιττό μέτρο,
όταν ασκείται εν ονόματι της προστασίας των στρατιωτικών απορρήτων,
ιδίως ενόψει της παράλειψης επισήμανσης περί φωτογράφησης των
συγκεκριμένων εγκαταστάσεων που χαρακτηρίζονται ως ευαίσθητες. Είναι
γνωστό ότι οι κατόψεις των στρατοπέδων είναι ήδη ελεύθερα προσβάσιμες
παγκοσμίως μέσω της διαδικτυακής υπηρεσίας Google Earth και ως εκ τούτου
οι επιβαλλόμενες απαγορεύσεις εις βάρος των συνταγματικών και
ανθρώπινων δικαιωμάτων των στρατιωτών αποτελούν ένα απαράδεκτο μέτρο που
θίγει την δημοκρατική αποστολή και φυσιογνωμία που πρέπει να έχει ένας
εθνικός στρατός ευρωπαϊκής χώρας σε καιρό ειρήνης.