«Έτσι στη σκοτεινή ταβέρνα πίνουμε πάντα μας σκυφτοί…
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα»
«Έτσι στη σκοτεινή ταβέρνα πίνουμε πάντα μας σκυφτοί…
Δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα, προσμένουμε, ίσως, κάποιο θάμα»
Στη χώρα που γέννησε και έθρεψε το μύθο των λωτοφάγων όσο ελάχιστες άλλες, φαίνεται πως κάποιοι βάλθηκαν μαζί με τη δική τους μνήμη, να κοντύνουν και τη δική μας. Κατά πως δείχνει, λοιπόν, ο σύντομος βίος και η πολιτεία τους, ζήλεψαν την αίγλη των μακρινών τους προγόνων, και τυφλωμένοι από το πάθος της εξουσίας, δε δυσκολεύτηκαν να μπουν στο πετσί του νέου τους ρόλου. Απεναντίας, ούτε που ζορίστηκαν την ώρα του casting, τουναντίον έδειξαν πως τον αφομοίωσαν πλήρως και με ζηλευτή ταχύτητα, πετώντας έτσι τα παλιά τους «κουρέλια», με την ίδια φυσικότητα που τα φίδια ενδύονται τα καινούργια τους πουκάμισα. Δίχως τύψεις, φθηνούς μελοδραματισμούς, ενδοιασμούς και άλλα τέτοια, περιττά και κοπιώδη.
Πλην όμως, σαν λαός φιλήσυχος, και φιλόξενος, οι Λωτοφάγοι –όπως θυμίζουν και οι στίχοι της Οδύσσειας– έδειξαν πως δεν τους αρκούσε η δική τους λησμοσύνη, ούτε ο λήθαργος (ο μακάριος ύπνος των γλυκών λωτών) οπότε έπρεπε να συμπαρασύρουν στο μυθικό τους Βασίλειο, και τους απρόβλεπτους συντρόφους του Οδυσσέα… Προκειμένου, βέβαια, να τους κρατήσουν ισόβια δέσμιους στο μυθικό νησί της Βόρειας Αφρικής, ήξεραν οι πανούργοι ποιο άπαρτο κάστρο θα έπρεπε πρώτο να αλώσουν.
«Τη μνήμη πρέπει πρωτίστως να ναρκώσουμε», σκέφτηκαν με ενθουσιασμό, κι ύστερα τα υπόλοιπα θα σωριάζονταν σαν τραπουλόχαρτα. Ήξεραν, βλέπεις, πως η μνήμη είναι ο Δούρειος Ίππος της συνείδησης, οπότε ένας λαός με ατροφική ή θολή μνήμη, γρήγορα θα υπέκυπτε πρόθυμα και στα δεσμά της ισόβιας νάρκωσης. Το σχέδιο, εξάλλου, έμοιαζε μελετημένο στην εντέλεια: Δίχως οι κουρασμένοι σύντροφοι του Οδυσσέα να έχουν πάρει χαμπάρι τι έχουν υποστεί, Θα καμώνονταν μάταια τους ελεύθερους στην έρημο της εξορίας, ενώ, κατά βάθος, θα ήταν αυτό που εννοεί και ο Κώστας Βάρναλης, μ’ έναν στίχο: «Σκλάβοι πολιορκημένοι».
Το θέμα είναι πως όλοι εμείς – σαν αδούλωτοι ακόμη σύντροφοι του βασιλιά της καρδιάς μας – δεν είμαστε καν διατεθειμένοι έναντι του οποιουδήποτε τιμήματος να ενδώσουμε στα κάλπικα τεχνάσματα των σύγχρονων Λωτοφάγων. Γιατί μπορεί η φυλή των ψευδεπίγραφων αριστερών να ενέδωσε νωρίς στην πολιορκία των ξένων τους προϊσταμένων, εντούτοις εμείς δεν είμαστε πρόθυμοι να ναρκώσουμε ούτε τη μνήμη, ούτε τη συνείδησή μας ∙ όσα τεχνάσματα κι αν σκαρφιστεί ετούτος ο διαβρωμένος θίασος, προκειμένου να μας χαυνώσει. Όσα περίτεχνα παραμύθια κι αν σκαρφιστεί. Όσους Λωτούς κι αν πασχίσει το σινάφι τους να μας ταΐσει.
Η Ιστορία είναι νωπή, και σίγουρα η δική μας λογική δεν μας επιτρέπει να υποθηκεύσουμε το μέλλον μας, σε οποιονδήποτε από τους συνδαιτυμόνες, με τους οποίους συναγελάζεται ο Νέος Καίσαρας. Γιατί αυτός μπορεί να πρόδωσε ανώδυνα τους νέους συντρόφους του Οδυσσέα, εμείς όμως δεν προτιθέμεθα να συμπορευτούμε στο φρενήρη του κατήφορο. Δε θα ενδώσουμε ούτε στα φτηνά του αλισβερίσια, ούτε στις δημαγωγικές του πομφόλυγες, ούτε στα λαϊκίστικα πυροτεχνήματα περί δρομολογημένης, δήθεν, μείωσης του χρέους.
Το δικό μας ημερολόγιο είναι –για κακή του ώρα– ο πλέον αδυσώπητος κριτής. Δυστυχώς για τις μωροφιλοδοξίες του, η επέτειος του Πολυτεχνείου αποδεικνύεται σημαδιακή. Γιατί 17 Νοεμβρίου του 1999 ήταν και τότε, όταν μας είχε επισκεφτεί πρώτη φορά Αμερικάνος πλανητάρχης – 17 Νοέμβρη του 2016 είναι και τώρα, όταν το ίδιο έργο επαναλαμβάνεται κακόγουστα. Απλά τότε είχε αποβιβαστεί στη γη των λωτοφάγων ο Κλίντον ο μεγαλοπρεπής, ενώ τώρα αποβιβάζεται ξανά με δόξα και τιμή, ο απερχόμενος Μπαράκ… Σε μία Αθήνα στρατοκρατούμενη. Σε μία χώρα υποθηκευμένη.
Το θέμα είναι πως ο Α. Τσίπρας αποδεικνύεται δίπαξ, ο μοιραίος άνθρωπος του Νοέμβρη. Μόνο που τότε, έσχιζε τα ιμάτια του, σαν αρχηγός των νεολαίων του Συνασπισμού, ενώ τώρα σχίζει τα νέα του κουστούμια, σαν πρωθυπουργός που κολλάει πέντε με τον Ομπάμα, εκλιπαρώντας λίγη από την εύνοια του αφεντικού.
Κρίμα και πάλι κρίμα γι’ αυτόν τον έφηβο. Γιατί, όπως λέει και ο ποιητής: «Πού σαι, νιότη, πού ’δειχνες, πως θα γινόμουν άλλος!»
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 19.11.2016
Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.
Πηγές: nostimonimar.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου