Πώς επωφελούνται κυκλώματα και
μαφίες από την αδιαφανή διαχείριση των απορριμμάτων, όταν η χώρα μας
πληρώνει καθημερινό πρόστιμο στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Τι δείχνουν τα
στοιχεία από τα έργα ΣΔΙΤ ανά περιοχή.
Την ίδια στιγμή που ολόκληρες περιοχές της χώρας πνίγονται στα σκουπίδια, πανέμορφες χαράδρες έχουν μετατραπεί σε παράνομες χωματερές, δήμαρχοι και άλλοι τοπικοί παράγοντες βάζουν πλάτη για να συνεχιστεί το φαγοπότι δεκαετιών, χωρίς να δίνουν λογαριασμό στους πολίτες.
Φροντίζουν, μάλιστα, να λένε και διάφορους άσχετους αριθμούς, ώστε να πείσουν τους πολίτες πως το σημερινό καθεστώς αδιαφάνειας τους κοστίζει φθηνότερα, όταν από την πίσω πόρτα οι φορολογούμενοι επιβαρύνονται με πρόστιμα που πληρώνει η χώρα, με χρεώσεις για τις οποίες ουδείς λογοδοτεί και υπάρχει τεράστια επιβάρυνση του περιβάλλοντος.
Το κόστος των περισσότερων μονάδων επεξεργασίας που προωθούνται ανά την Ελλάδα κυμαίνεται μεταξύ 65 - 70 ευρώ τον τόνο. Το τελικό κόστος διαφέρει ανάλογα με τη μονάδα, αλλά οι γνωρίζοντες υποστηρίζουν πως με αυτό το ποσό η Ελλάδα μπορεί να διαθέτει μονάδες πλήρους επεξεργασίας των σκουπιδιών, ώστε να απαλλαγεί από τη συγκεκριμένη πληγή, που πλήττει και την εικόνα της ως τουριστικού προορισμού, σύμφωνα με στελέχη της κατασκευαστικής αγοράς.
Ο "πόλεμος των σκουπιδιών", δηλαδή η διαμάχη για τα έργα ΣΔΙΤ που εμποδίζει την πρόοδο των έργων διαχείρισης των απορριμμάτων σε ολόκληρη τη χώρα, έχει επίκεντρο το παιχνίδι με το κόστος της διαχείρισης. Πρόκειται για πόλεμο στον οποίο πρωταγωνιστούν υπογείως οι διάφορες τοπικές «μαφίες των σκουπιδιών», που προσπαθούν με κάθε μέσο να εμποδίσουν τα έργα ΣΔΙΤ, με το επιχείρημα πως οι ανεξέλεγκτες χωματερές και τα άλλα έργα «τοπικής διαχείρισης» δεν θα κοστίζουν στους δημότες.
Στην πραγματικότητα, το κόστος της ανεξέλεγκτης διαχείρισης είναι τεράστιο και το πληρώνει η χώρα ολόκληρη και οι επιμέρους περιοχές με τεράστια πρόστιμα, υπονόμευση του βασικού εξαγωγικού προϊόντος της (τουρισμός), υποβάθμιση του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής και εκτεταμένη φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή από τα σχετικά κυκλώματα.
Ποιο είναι το πραγματικό κόστος (και τα οφέλη) μιας ορθολογικής διαχείρισης προκύπτει από τη σύγκριση του κόστους των πέντε έργων ΣΔΙΤ, που προκύπτουν από τα αποτελέσματα των σχετικών διαγωνισμών που έγιναν τα τελευταία χρόνια.
Από τα στοιχεία φαίνεται πως το κόστος επεξεργασίας απορριμμάτων ανά τόνο ξεκινά από τα 63 ευρώ (στην Περιφέρεια Πελοποννήσου) και φτάνει τα 116,7 ευρώ στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας (υψηλό επειδή, μεταξύ άλλων, δεν υπάρχει επιδότηση του κατασκευαστικού κόστους).
Τι δείχνουν τα αποτελέσματα των διαγωνισμών που έγιναν από διαφορετικούς φορείς, ολοκληρώθηκαν σε διαφορετικούς χρόνους το καθένα και είχαν διαφορετικούς αναδόχους; Οτι αν ληφθούν υπόψη όλοι οι παράγοντες [κόστος μεταφοράς, κόστος κατασκευής χώρων υγειονομικής ταφής (ΧΥΤΥ), κόστος τελικής διάθεσης του υπολείμματος, λειτουργία του έργου με βάση την αναμενόμενη ποσότητα απορριμμάτων, επιδότηση ή όχι του κατασκευαστικού κόστους, εγγυημένη απόδοση του έργου με τη μορφή ποσοστών ανάκτησης ανακυκλώσιμων κ.λπ.], τα κόστη είναι κατά κανόνα παρεμφερή. Είναι προφανές αυτό και από τον πίνακα που ακολουθεί, που προέκυψε από την ενδελεχή έρευνα των σχετικών φακέλων.
Κι όμως, ανάλογα με την περιοχή και τα εκάστοτε τοπικά μικροσυμφέροντα, ακούγονται για το κόστος των ΣΔΙΤ κάθε είδους ιστορίες. Στην Πελοπόννησο για παράδειγμα, οι αντίπαλοι του έργου ισχυρίζονται ότι το κόστος του είναι τριπλάσιο από αυτό της Ηπείρου. Πώς γίνεται αυτό, όταν τα έργα είχαν τελικά τον ίδιο ανάδοχο, ο οποίος έδωσε σχεδόν πανομοιότυπη προσφορά (αν συμπεριληφθούν όλα τα σχετικά κόστη, η διαφορά του κόστους ανά τόνο στα δύο έργα είναι μόλις 1 ευρώ, 63 ευρώ στην Πελοπόννησο και 64 στην Ήπειρο);
Ποιο είναι το κόλπο με το οποίο με τα ίδια ουσιαστικά νούμερα αλλάζει δραματικά το κόστος; Η απάντηση βρίσκεται όχι σ’ αυτά που λέγονται, αλλά σ’ αυτά που κρύβονται και γίνονται πίσω από την πλάτη των δημοτών και των φορολογουμένων. Δηλαδή τα τοπικά πολιτικά συμφέροντα ή και το μπόλικο χρήμα που προκύπτει από την ανεξέλεγκτη διαχείριση.
Κάποιοι δημοτικοί άρχοντες δηλώνουν πως κάνουν "διαχείριση απορριμμάτων", αλλά στην πραγματικότητα θάβουν τα σκουπίδια λίγο παραπέρα, ή τους βάζουν κάθε τόσο φωτιά με βυτία (γεμίζοντας τον τόπο διοξίνες), ή τα μεταφέρουν σε ανεξέλεγκτες χωματερές διπλανών νομών.
Ετσι μπορούν να ισχυρίζονται πως το κόστος είναι «χαμηλό» ή ακόμα και να βγάζουν «κέρδη», δηλωμένα ή συνηθέστερα αδήλωτα, από τη δήθεν διαχείριση. Το πραγματικό κόστος είναι όμως τεράστιο. Απλώς θα πρέπει, για να υπολογιστεί σωστά, να προστεθεί στον λογαριασμό η φοροδιαφυγή και οι ασφαλιστικές εισφορές που κλέβονται μέσω της μαύρης εργασίας, σπορ στα οποία πρωταγωνιστούν οι τοπικοί εργολάβοι, το κόστος της ρύπανσης στον τουρισμό, στο περιβάλλον και στην υγεία και βέβαια τα πρόστιμα που έρχονται συνεχώς από την Ευρώπη, που αργά ή γρήγορα διαπιστώνει την κοροϊδία.
Ποιος είναι ο μηχανισμός της παραπλάνησης; Η «προσωρινή διαχείριση». Που συνήθως σημαίνει ένα μικρο-έργο «πρόσοψη» που δίνεται από τον τοπικό δήμαρχο, με όλα τα «πλεονεκτήματα» των αναθέσεων υπό συνθήκες ανάγκης, πίσω από το οποίο ανθούν κατά κανόνα οι ανεξέλεγκτες χωματερές, η λαθραία διακίνηση απορριμμάτων (πριν λίγο καιρό συνελήφθησαν για πολλοστή φορά νταλίκες να κάνουν αυτή τη δουλειά στην Πελοπόννησο), οι φωτιές και η μαύρη διαχείριση των ανακυκλώσιμων υλικών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου