Με τις υπ’ αρίθμ. 2934/2017 και
2935/2017 αποφάσεις της Επταμελούς Σύνθεσης του Β’ Τμήματος του
Συμβουλίου της Επικρατείας οι οποίες δημοσιεύθηκαν, απορρίφθηκαν οι
αιτήσεις αναιρέσεως του Ελληνικού Δημοσίου κατά των 3820/2016 και
3821/2016 αποφάσεων του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Οι ανωτέρω αυτές αποφάσεις, οι οποίες
αφορούν το κρίσιμο ζήτημα του εάν οι τραπεζικοί λογαριασμοί θεωρούνται
"συμπληρωματικό στοιχείο" ή όχι, αναμένονταν όπως ήταν φυσικό, με
τεράστιο ενδιαφέρον από το σύνολο σχεδόν των ελεγχομένων φορολογουμένων
και των ελεγκτικών αρχών.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα και με την
πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, κρίθηκε ότι η παραγραφή του
δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλλει φόρους είναι πενταετής και οι
διάφορες παρατάσεις της είναι αντισυνταγματικές.
Ωστόσο, η ανωτέρω κρίση του ΣτΕ δεν μπορούσε να θεωρηθεί επαρκής, λόγω των σχετικών διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος που ίσχυε μέχρι και το 2013, σύμφωνα με τις οποίες η πενταετής παραγραφή παρατεινόταν σε δεκαετή όταν υπήρχαν συμπληρωματικά στοιχεία, δηλαδή στοιχεία που δεν είχε στη διάθεση της η διοίκηση, ούτε δύνατο να τα έχει.
Ως τέτοια στοιχεία κατά την φορολογική αρχή θεωρούνταν και οι κινήσεις και τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών, και για το λόγο αυτό ακόμη και μετά την άνω απόφαση του ΣτΕ, συνεχίζονταν οι φορολογικοί έλεγχοι και για τη χρήση 2006, ενώ εκδίδονται σωρηδόν φύλλα ελέγχου για την περίοδο από 2006 μέχρι 2010 με βάση την επεξεργασία τραπεζικών λογαριασμών.
Στην συγκεκριμένη υπόθεση, προβάλαμε στο Διοικητικό Εφετείο τον ισχυρισμό ότι τραπεζικοί λογαριασμοί, που τηρούνταν σε ελληνικές τράπεζες, ήταν, ήδη από το 1994, στη διάθεση της φορολογικής αρχής και συνεπώς δεν συνιστούν "συμπληρωματικό στοιχείο" με αποτέλεσμα να είναι παραγεγραμμένες όλες οι χρήσεις πέραν της πενταετίας.
Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών δέχτηκε τον ισχυρισμό, και εν συνεχεία το Δημόσιο άσκησε αναιρέσεις, αλλά το ΣτΕ επικύρωσε τις αποφάσεις του Εφετείου κρίνοντας ότι δεν μπορούν να θεωρηθούν συμπληρωματικά στοιχεία οι κινήσεις και τα υπόλοιπα των ελληνικών τραπεζικών λογαριασμών του ελεγχόμενου φορολογουμένου.
Επομένως, αν η ανακρίβεια μιας φορολογικής δήλωσης προκύπτει από κινήσεις ή υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών τότε δεν μπορεί να παραταθεί ο χρόνος παραγραφής πέραν της αρχικής πενταετίας και συνεπώς σήμερα έχει υποπέσει σε παραγραφή, για τέτοιου είδους ελέγχους και η χρήση 2010, ενώ την 31-12-2017 παραγράφεται και η χρήση 2011.
Η υπόθεση αφορά δεκάδες χιλιάδες φορολογούμενους και έχει συνεπώς εξαιρετική σημασία, διότι σχεδόν το σύνολο φορολογικών ελέγχων φυσικών προσώπων, στους οποίους απασχολούνται περίπου 1300 ελεγκτές γίνεται με την γνωστή πλέον διαδικασία ανοίγματος τραπεζικών λογαριασμών, στην οποία ο ελεγχόμενος καλείται να δικαιολογήσει χιλιάδες κινήσεις ακόμη και λίγων ευρώ σε βάθος δεκαετίας.
Το Υπουργείο Οικονομικών και η ΑΑΔΕ έχουν επενδύσει σημαντικά στα διάφορα λογισμικά επεξεργασίας των τραπεζικών λογαριασμών (σύστημα Κατσίπη κοκ) και οργανώνουν σεμινάρια σε όλη την Ελλάδα για την εκπαίδευση των ελεγκτών, τα οποία πλέον θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τις χρήσεις 2011 και εφ’εξής.
Η απόφαση του ΣτΕ με την οποία διευκρινίζεται ότι οι τραπεζικοί λογαριασμοί δεν συνιστούν "συμπληρωματικό στοιχείο" και συνεπώς δεν οδηγούν σε παράταση της πενταετούς παραγραφής, θέτει σαφή όρια στις φορολογικές αξιώσεις του Δημοσίου και είναι μια πρώτου μεγέθους δικαίωση για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών. Θωρακίζει το Κράτος Δικαίου και συνεισφέρει θετικά στην προσπάθεια για επιστροφή στην οικονομική κανονικότητα και την κοινωνική ευημερία. Ούτε η διοίκηση θα πρέπει να εξαναγκάζεται σε παραβίαση της νομιμότητας για την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων, ούτε οι πολίτες θα πρέπει να είναι όμηροι σε ένα καθεστώς, που θυμίζει το "κυνήγι μαγισσών" του Μεσαίωνα".
Ωστόσο, η ανωτέρω κρίση του ΣτΕ δεν μπορούσε να θεωρηθεί επαρκής, λόγω των σχετικών διατάξεων του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος που ίσχυε μέχρι και το 2013, σύμφωνα με τις οποίες η πενταετής παραγραφή παρατεινόταν σε δεκαετή όταν υπήρχαν συμπληρωματικά στοιχεία, δηλαδή στοιχεία που δεν είχε στη διάθεση της η διοίκηση, ούτε δύνατο να τα έχει.
Ως τέτοια στοιχεία κατά την φορολογική αρχή θεωρούνταν και οι κινήσεις και τα υπόλοιπα των τραπεζικών λογαριασμών, και για το λόγο αυτό ακόμη και μετά την άνω απόφαση του ΣτΕ, συνεχίζονταν οι φορολογικοί έλεγχοι και για τη χρήση 2006, ενώ εκδίδονται σωρηδόν φύλλα ελέγχου για την περίοδο από 2006 μέχρι 2010 με βάση την επεξεργασία τραπεζικών λογαριασμών.
Στην συγκεκριμένη υπόθεση, προβάλαμε στο Διοικητικό Εφετείο τον ισχυρισμό ότι τραπεζικοί λογαριασμοί, που τηρούνταν σε ελληνικές τράπεζες, ήταν, ήδη από το 1994, στη διάθεση της φορολογικής αρχής και συνεπώς δεν συνιστούν "συμπληρωματικό στοιχείο" με αποτέλεσμα να είναι παραγεγραμμένες όλες οι χρήσεις πέραν της πενταετίας.
Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών δέχτηκε τον ισχυρισμό, και εν συνεχεία το Δημόσιο άσκησε αναιρέσεις, αλλά το ΣτΕ επικύρωσε τις αποφάσεις του Εφετείου κρίνοντας ότι δεν μπορούν να θεωρηθούν συμπληρωματικά στοιχεία οι κινήσεις και τα υπόλοιπα των ελληνικών τραπεζικών λογαριασμών του ελεγχόμενου φορολογουμένου.
Επομένως, αν η ανακρίβεια μιας φορολογικής δήλωσης προκύπτει από κινήσεις ή υπόλοιπα τραπεζικών λογαριασμών τότε δεν μπορεί να παραταθεί ο χρόνος παραγραφής πέραν της αρχικής πενταετίας και συνεπώς σήμερα έχει υποπέσει σε παραγραφή, για τέτοιου είδους ελέγχους και η χρήση 2010, ενώ την 31-12-2017 παραγράφεται και η χρήση 2011.
Η υπόθεση αφορά δεκάδες χιλιάδες φορολογούμενους και έχει συνεπώς εξαιρετική σημασία, διότι σχεδόν το σύνολο φορολογικών ελέγχων φυσικών προσώπων, στους οποίους απασχολούνται περίπου 1300 ελεγκτές γίνεται με την γνωστή πλέον διαδικασία ανοίγματος τραπεζικών λογαριασμών, στην οποία ο ελεγχόμενος καλείται να δικαιολογήσει χιλιάδες κινήσεις ακόμη και λίγων ευρώ σε βάθος δεκαετίας.
Το Υπουργείο Οικονομικών και η ΑΑΔΕ έχουν επενδύσει σημαντικά στα διάφορα λογισμικά επεξεργασίας των τραπεζικών λογαριασμών (σύστημα Κατσίπη κοκ) και οργανώνουν σεμινάρια σε όλη την Ελλάδα για την εκπαίδευση των ελεγκτών, τα οποία πλέον θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για τις χρήσεις 2011 και εφ’εξής.
Η απόφαση του ΣτΕ με την οποία διευκρινίζεται ότι οι τραπεζικοί λογαριασμοί δεν συνιστούν "συμπληρωματικό στοιχείο" και συνεπώς δεν οδηγούν σε παράταση της πενταετούς παραγραφής, θέτει σαφή όρια στις φορολογικές αξιώσεις του Δημοσίου και είναι μια πρώτου μεγέθους δικαίωση για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών. Θωρακίζει το Κράτος Δικαίου και συνεισφέρει θετικά στην προσπάθεια για επιστροφή στην οικονομική κανονικότητα και την κοινωνική ευημερία. Ούτε η διοίκηση θα πρέπει να εξαναγκάζεται σε παραβίαση της νομιμότητας για την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων, ούτε οι πολίτες θα πρέπει να είναι όμηροι σε ένα καθεστώς, που θυμίζει το "κυνήγι μαγισσών" του Μεσαίωνα".
* Η κ. Καλομοίρα Κωτσαλά είναι
νομικός σύμβουλος, εξειδικευμένη σε φορολογικά θέματα και χειρίστηκε την
υπόθεση του φορολογουμένου που τελικά κατέληξε στο ΣτΕ
capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου